Γιατί τα παιδιά βλέπουν μόνο τη ρόδινη πλευρά της ζωής;

 


Συγγραφέας: Janet J. Boseovski
Απόδοση: Σοφία Πολυχρονάκη - Φοιτήτρια ψυχολογίας

Τα παιδιά έχουν την τάση να επικεντρώνονται στη θετική πλευρά της ζωής, μία τάση που έχει θετικά και αρνητικά εξελικτικά αποτελέσματα στην ενήλικη ζωή.


Συνήθως διστάζουμε να κρίνουμε έναν χαρακτήρα από την πρώτη συνάντηση. Οι περισσότεροι ενήλικες πιθανότατα να θέλουν να περάσει ένα σύντομο χρονικό διάστημα για να διαπιστώσουν πώς ένας άγνωστος ενεργεί σε διαφορετικές περιστάσεις ώστε να αποφασίσουν εάν είναι καλός, κακός ή αξιόπιστος.

Τα μικρά παιδιά όμως είναι πολύ λιγότερο προσεκτικά όταν κρίνουν χαρακτήρες. Συχνά επιδεικνύουν μια θετική προκατάληψη: μια τάση να επικεντρώνονται στις θετικές ενέργειες ή να επεξεργάζονται επιλεκτικά πληροφορίες οι οποίες προωθούν θετικές κρίσεις για τον εαυτό τους, τους άλλους ή ακόμα και τα ζώα και τα αντικείμενα.

Γιατί έχει σημασία το γεγονός ότι τα παιδιά βλέπουν μόνο τη «ρόδινη» πλευρά της ζωής; Τα παιδιά που είναι υπερβολικά αισιόδοξα μπορεί ακούσια να βρεθούν σε δύσκολες καταστάσεις ή μπορεί να είναι ανήμπορα ή απρόθυμα να γνωρίσουν τον κόσμο μέσα από τα εποικοδομητικά σχόλια. Σε μια εποχή «ψευδών ειδήσεων» και αμέτρητων πηγών πληροφόρησης, είναι πιο σημαντικό από ποτέ να αναθρέψουμε δυνατούς κριτικούς στοχαστές οι οποίοι θα εξελιχθούν σε ενήλικες που θα παίρνουν εμπεριστατωμένες αποφάσεις ζωής.

Οι ψυχολόγοι ερευνούν αυτήν την αισιοδοξία η οποία φαίνεται να εμφανίζεται από πολύ νωρίς στη ζωή, προκειμένου να μάθουν περισσότερα για το πώς αυτή λειτουργεί και γιατί τελικά εξασθενεί με την πάροδο του χρόνου.

Έξυπνοι και αισιόδοξοι «μικροί άνθρωποι»

Τα παιδιά είναι εκλεπτυσμένοι στοχαστές και αυτό φανερώνεται με διάφορους τρόπους. Στην πρώιμη παιδική ηλικία, συλλέγουν προσεκτικά δεδομένα από το περιβάλλον τους για να δημιουργήσουν θεωρίες τους για τον κόσμο. Για παράδειγμα, τα παιδιά καταλαβαίνουν ότι τα κινούμενα αντικείμενα, όπως τα ζώα, λειτουργούν πολύ διαφορετικά από τα άψυχα αντικείμενα, όπως οι καρέκλες.

Ακόμα και τα παιδιά προσχολικής ηλικίας μπορούν να καταλάβουν τη διαφορά μεταξύ ειδικών και μη ειδικών, και καταλαβαίνουν ότι διαφορετικά είδη ειδικών γνωρίζουν διαφορετικά πράγματα, όπως ότι οι γιατροί γνωρίζουν πώς λειτουργούν τα ανθρώπινα σώματα ενώ οι μηχανικοί γνωρίζουν πώς λειτουργούν τα αυτοκίνητα. Τα παιδιά παρακολουθούν ακόμη και το ιστορικό ειλικρίνειας των άλλων ανθρώπων για να αποφασίσουν αν μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστες πηγές μάθησης για πράγματα όπως τα ονόματα αγνώστων αντικειμένων.

Αυτό το επίπεδο σκεπτικισμού είναι εντυπωσιακό, ωστόσο είναι ιδιαίτερα απόν, όταν τα παιδιά καλούνται να κάνουν αξιολόγηση και όχι ουδέτερες κρίσεις. Εδώ, τα παιδιά δείχνουν σαφείς ενδείξεις θετικής προκατάληψης.

Για παράδειγμα, οι έρευνες ψυχολογίας έχουν δείξει ότι τα παιδιά ηλικίας 3 έως 6 ετών χρειάζεται να δουν μόνο μια θετική συμπεριφορά για να κρίνουν έναν χαρακτήρα μιας ιστορίας ως καλό, αλλά αρκετές αρνητικές συμπεριφορές για να κρίνουν έναν χαρακτήρα ως κακό. Διαπιστώθηκε επίσης ότι τα παιδιά απορρίπτουν αρνητικές περιγραφές χαρακτηριστικών για τους ξένους (όπως «κακός») ακόμη και από αξιόπιστους κριτές χαρακτήρων, αλλά δέχονται εύκολα θετικές περιγραφές (όπως «καλός»).

Επίσης, τα παιδιά φανερώνουν απροθυμία να εμπιστευτούν τους ειδικούς που κάνουν αρνητικές αξιολογήσεις, ενώ είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικά τις πληροφορίες για τομείς που δεν χρειάζονται αξιολόγηση, όπως όταν μαθαίνουν τις ράτσες των σκύλων.

Για παράδειγμα, τα παιδιά ηλικίας 6 και 7 ετών εμπιστεύονταν θετικές περιγραφές ενός άγνωστου ζώου (όπως «φιλικό») από έναν κτηνοτρόφο, αλλά αγνοούσαν τις αρνητικές περιγραφές (όπως «επικίνδυνο»). Αντιθέτως, επέδειξαν εμπιστοσύνη σε μη ειδικούς που έδωσαν μόνο θετικές περιγραφές.

Σε μια άλλη έρευνα, τα παιδιά έδειξαν δυσπιστία στην αρνητική αξιολόγηση ενός έργου τέχνης από έναν εμπειρογνώμονα ενώ έδειξαν εμπιστοσύνη σε μια ομάδα μη ειδικών που το έκριναν θετικά. Επίσης, τα παιδιά προσχολικής ηλικίας τείνουν να αξιολογούν τη δική τους απόδοση για την επίλυση προβλημάτων ή τη ζωγραφική θετικά, ακόμη και αφού τους έχουν πει ότι κάποιοι συμμαθητές τους αποδίδουν καλύτερα.

Συνολικά, οι έρευνες δείχνουν ότι η θετική προκατάληψη υπάρχει ήδη από την ηλικία των 3 ετών, κορυφώνεται στη μέση παιδική ηλικία και εξασθενεί μόνο στα τέλη της παιδικής ηλικίας.

Γιατί ξεκινάμε τη ζωή μας βλέποντας μόνο τη ρόδινη πλευρά της;

Οι ψυχολόγοι δεν γνωρίζουν με βεβαιότητα γιατί τα παιδιά είναι τόσο αισιόδοξα. Αυτό ίσως να οφείλεται εν μέρει στις θετικές κοινωνικές εμπειρίες που τα περισσότερα παιδιά είναι αρκετά τυχερά να έχουν από νωρίς στη ζωή τους.

Καθώς μεγαλώνουν, τα παιδιά εκτίθενται σε σκληρότερες πραγματικότητες. Αρχίζουν να βλέπουν διαφορές ως προς την επίδοση των άλλων, συμπεριλαμβανομένων των συνομηλίκων τους και αυτό τους κάνει να καταλαβαίνουν που βρίσκονται σε σχέση με τους άλλους. Στη συνέχεια, λαμβάνουν αξιολογητική ανατροφοδότηση από τους δασκάλους τους και αρχίζουν να βιώνουν μια μεγαλύτερη ποικιλία αρνητικών σχεσιακών εμπειριών, όπως ο εκφοβισμός.

Παρ’ όλα αυτά, τα παιδιά συχνά παραμένουν πεισματικά αισιόδοξα παρά την ύπαρξη αντίθετων αποδείξεων και για το γεγονός αυτό μπορεί να παίζουν διαφορετικοί παράγοντες ρόλο. Επειδή η θετικότητα είναι βαθιά ριζωμένη στο μυαλό των παιδιών, μπορεί να δυσκολεύονται να δώσουν προσοχή και να ενσωματώσουν αντικρουόμενες αποδείξεις στις θεωρίες τους για τους άλλους.

Τα παιδιά στον δυτικό πολιτισμό, διδάσκονται επίσης να μη λένε κακά πράγματα για τους άλλους και μπορεί να αμφισβητούν τις προθέσεις καλοπροαίρετων ανθρώπων που λένε σκληρές αλήθειες. Αυτός μπορεί να είναι ο λόγος που τα παιδιά δίνουν προτεραιότητα στην καλοσύνη αντί για την εμπειρία όταν μαθαίνουν νέες πληροφορίες.

Τα μικρότερα παιδιά είναι πιθανό επίσης να επωφεληθούν περισσότερο από τα εποικοδομητικά σχόλια όταν καταλαβαίνουν ότι προορίζονται για να τα βοηθήσουν και όταν επίσης οι γονείς και οι δάσκαλοι τονίζουν τη διαδικασία της μάθησης και όχι την επίτευξη.


Η θετική προκατάληψη μετριάζεται με την πάροδο του χρόνου

Θα πρέπει οι γονείς να ανησυχούν για τη θετική μεροληψία των παιδιών; Σε γενικές γραμμές, πιθανώς όχι.

Ένα πλεονέκτημα είναι ότι κάνει τα παιδιά πιο δεκτικά στο να δοκιμάσουν νέα πράγματα άφοβα και μπορεί επίσης να συμβάλει στη μάθηση. Τα παιδιά που προσεγγίζουν τους άλλους θετικά, είναι πιο πιθανό να έχουν καλύτερες σχολικές επιδόσεις και να γνωρίσουν μεγαλύτερη κοινωνική επιτυχία.

Ωστόσο, σε μια εποχή όπου οι άνθρωποι μιλούν για «μωρά ιδιοφυΐες», τόσο οι γονείς όσο και οι εκπαιδευτικοί χρειάζεται να γνωρίζουν ότι τα παιδιά δεν είναι τόσο προχωρημένα διανοητικά όσο φαίνονται, τουλάχιστον όσον αφορά στο θέμα της αξιολόγησης κρίσεων.

Είναι επίσης σημαντικό να μην υποθέτουμε ότι τα μεγαλύτερα παιδιά επιδεικνύουν καλύτερο χειρισμό κρίσεων από ό, τι τα μικρότερα παιδιά. Όταν μιλάμε στα παιδιά σχετικά με τις πεποιθήσεις τους, τα βοηθάμε να σκεφτούν ποιες αποδείξεις υποστηρίζουν τις πεποιθήσεις τους και να προβληματιστούν σχετικά με τις διαθέσιμες πληροφορίες.

Όσον αφορά στη διδασκαλία των παιδιών να αποδέχονται τυχόν αρνητική ανατροφοδότηση για τον εαυτό τους, μια ήπια προσέγγιση είναι πιθανώς η καλύτερη. Όταν τα παιδιά μεγαλώνουν σε ένα στοργικό περιβάλλον όπου με την πάροδο του χρόνου διδάσκονται να αποδέχονται ότι δεν είναι πάντα «τέλεια» ή ότι κάποιες φορές χρειάζεται να βελτιώνονται, μπορεί να προετοιμαστούν καλύτερα για να αντιμετωπίσουν τα αναπόφευκτα σκληρά χτυπήματα της ζωής.

Επιμέλεια: PsychologyNow.gr



Σχόλια