Η αντίληψη του εαυτού στην παιδική ηλικία – Θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη μετέπειτα ζωή

Header

Η αντίληψη του εαυτού, ορίζεται από τις προσωπικές ιδέες, τα συναισθήματά, τις γνώσεις, τις δεξιότητές, τις ικανότητες, την εμφάνιση και την κοινωνική αποδοχή. Ουσιαστικά πρόκειται για το πώς το άτομο βλέπει τον εαυτό του. Ο εαυτός είναι ένα σύνθετο και δυναμικό σύστημα πεποιθήσεων, με την κάθε πεποίθηση να έχει την αντίστοιχη και ξεχωριστή αξία.

Η γνωστική αντίληψη του εαυτού έχει να κάνει με την αξιολόγηση που κάνει το άτομο για τις ικανότητες και τις δεξιότητές του συγκρίνοντας τα επιτεύγματά του με αυτά των άλλων ανθρώπων. Η κοινωνική αντίληψη του εαυτού, αποτελείται από

τις ιδέες του ατόμου για το ρόλο του και τη θέση του σε διάφορα κοινωνικά περιβάλλοντα. Το άτομο έτσι διαμορφώνει μια συνολική εικόνα για τον εαυτό του σε σχέση με σημαντικά άλλα πρόσωπα – το πόσο αρεστός και αποδεκτός είναι, αλλά ταυτόχρονα και με τις κοινωνικές δεξιότητες που κατέχει. Η συναισθηματική αντίληψη του εαυτού, απεικονίζει τις ιδέες του ατόμου για τον εαυτό του, τα συναισθήματα, τα χαρακτηριστικά του κ.α. Για παράδειγμα, το άτομο μπορεί να βλέπει τον εαυτό του ως δίκαιο, αδύναμο, αξιόπιστο, συναισθηματικό κ.α. Τέλος, η σωματική αντίληψη του εαυτού περιλαμβάνει τις ιδέες του ατόμου για την εμφάνισή του, την εικόνα του σώματος, τη σωματική ικανότητα, τη δύναμη και την υγεία.

Η διαμόρφωση του εαυτού στα παιδιά


Τα παιδιά από πολύ μικρή ηλικία ξεκινούν να κατανοούν τον εαυτό τους. Στον ενάμιση χρόνο περίπου, τα παιδιά μπορούν και αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη, και αν δουν ένα κόκκινο σημάδι στη μύτη τους, μπορεί να νιώσουν ντροπή. Στην ηλικία των δύο ετών τα παιδιά αναπτύσσουν μια ισχυρή αίσθηση της κτήσης, η οποία διαχωρίζει τον εαυτό από ένα άλλο πρόσωπο. Η γλώσσα που χρησιμοποιούν στο παιχνίδι για παράδειγμα, είναι γεμάτη από προσωπικές αναφορές που δείχνουν κτητικότητα “Η κούκλα μου”, “Το αυτοκινητάκι μου”, “Το παιχνίδι μου”. 


Στην πραγματικότητα η κτητικότητα αυτή δεν πρόκειται για εγωιστική συμπεριφορά, αλλά για μία γνωστική επίτευξη η οποία επιτρέπει στα παιδιά να κατανοήσουν τον εαυτό τους και τους άλλους σαν ξεχωριστές οντότητες! Τα παιδιά που είναι πιο κοινωνικά έχουν πιο ανεπτυγμένη την έννοια του εαυτού, με αποτέλεσμα οι ειδικοί στο χώρο της αναπτυξιακής ψυχολογίας να έχουν συνδέσει την αντίληψη του εαυτού με την κατανόηση του κοινωνικού κόσμου. 


Στην πρώτη παιδική ηλικία (από 2 έως 6 ετών περίπου), τα παιδιά αρχίζουν και αποκτούν μια γενική ιδέα του εαυτού τους. Πολλές από αυτές τις ιδέες ξεκινούν να εμφανίζονται από πολύ νωρίς ακόμα και σε ένα μη λεκτικό επίπεδο. Για παράδειγμα, μπορεί να έχουν ανησυχίες για κάποια από τα συναισθήματα και τις ιδέες τους και να αισθάνονται αρκετά άνετα με κάποιες άλλες. 


Επίσης, ξεκινούν να διαμορφώνουν ιδανικά, και αρχίζουν να μετρούν τον εαυτό τους ενάντια σε αυτό που νομίζουν ότι θα έπρεπε να είναι. Πολύ συχνά η αξιολόγηση που κάνουν τα παιδιά για τον εαυτό τους συνδέεται άμεσα με αυτό που πιστεύουν οι άλλοι για αυτά. Αν για παράδειγμα ένα δίχρονο παιδί χαρακτηρίζεται από το περιβάλλον του ως ένα “κακό” ή “ζωηρό” ή “ντροπαλό” παιδί, στην ηλικία των 7 χρόνων μπορεί να κάνει συνειδητή προσπάθεια να διατηρήσει τη φήμη του. Η ιδέα που έχουν τα παιδιά για τον εαυτό τους από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής τους επομένως, θα γίνει τελικά βασικό στοιχείο της εικόνας του εαυτού τους.


Τα παιδιά ενθουσιάζονται με τον εαυτό τους. Πολλές από τις συμπεριφορές και τις σκέψεις τους επικεντρώνονται στο να μάθουν περισσότερα για αυτούς. Συγκρίνουν τον εαυτό τους με άλλα παιδιά όπως για παράδειγμα το ύψος, το χρώμα μαλλιών, το οικογενειακό υπόβαθρο, σε αυτά που τους αρέσουν και σε αυτά που δεν τους αρέσουν. Συγκρίνουν τον εαυτό τους με τους γονείς και μιμούνται συμπεριφορές τους. Στην προσπάθειά τους να μάθουν όσο περισσότερα γίνεται για τον εαυτό τους, κάνουν ένα σωρό ερωτήσεις όπως από πού ήρθαν, γιατί μεγαλώνουν τα πόδια τους, αν είναι καλά ή κακά παιδιά και πάει λέγοντας. 


Η συναίσθηση για το πώς φαίνονται στους άλλους είναι ένα καθοριστικό βήμα στην επίγνωση και κατανόηση του εαυτού τους. Τα μικρά παιδιά τείνουν να ορίζουν τον εαυτό τους με βάση τα φυσικά χαρακτηριστικά (πχ. “Έχω καστανά μαλλιά”, “Είμαι κορίτσι”) και από τα πράγματα που τους ανήκουν (πχ. “Έχω μια μπάλα). Τα μεγαλύτερα παιδιά είναι πιο πιθανό να περιγράψουν τον εαυτό τους με βάση τις δραστηριότητές τους, τα ενδιαφέροντά τους και μέσω της κοινωνικής σύγκρισης (πχ, “Παίζω μπάλα”, “Μου αρέσει στο μπαλέτο”, “Είμαι πιο έξυπνος από…”, “Είμαι καλός”). Επίσης, ορίζουν τον εαυτό τους με βάση τις προσωπικές τους σχέσεις, τις εμπειρίες τους και από τις ιστορίες που ακούνε από τους γονείς τους. 


Καθώς τα παιδιά μαθαίνουν ποιοι και τι είναι, και ξεκινούν να αξιολογούν τον εαυτό τους σαν ενεργές δυνάμεις του κόσμου, συλλέγουν ένα προσωπικό σενάριο για τον εαυτό τους που θα τα βοηθήσει να διαχειριστούν τη συμπεριφορά τους. Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος έχει την ανάγκη να αισθάνεται ότι είναι συνεπής και δεν λειτουργεί τυχαία. Λειτουργούμε και πράττουμε ανάλογα με αυτά που πιστεύουμε για τον εαυτό μας. Ακόμα και τα παιδιά προσπαθούν να φέρουν σε αρμονία τη συμπεριφορά τους με τις ιδέες και την εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους. 


Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς; 


Οι ειδικοί αναφέρουν ότι, το πώς αισθανόμαστε για τον εαυτό μας και η εικόνα που έχουμε για αυτόν, μπορεί να επηρεάσει τις αποφάσεις, τις επιλογές, τις σχέσεις, τις αντιδράσεις, τη ψυχική μας υγεία και να καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τη ζωή μας.


Οι γονείς θα παίξουν τον πρώτο και ίσως τον καθοριστικότερο ρόλο στην εικόνα που θα διαμορφώσουν τα παιδιά για τον εαυτό τους. Για αυτό το λόγο, θα πρέπει οι γονείς να είναι πολύ προσεκτικοί στις λέξεις που χρησιμοποιούν για να επικοινωνήσουν με τα παιδιά τους. Οι ταμπέλες και χαρακτηρισμοί θα πρέπει να αποφεύγονται σε κάθε περίπτωση γιατί μπορεί να εγκλωβίσουν το παιδί σε μια εικόνα η οποία θα λειτουργήσει σαν αυτό-εκπληρούμενη προφητεία. Το παιδί μπορεί να πιστέψει ότι δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλα πέρα από τη ταμπέλα ή τις ταμπέλες που κουβαλάει. 


Η ενθάρρυνση του παιδιού για να ανακαλύψει, να δοκιμάσει, να πειραματιστεί, ακόμα και αν αποτύχει είναι ιδιαίτερα σημαντική. Οι γονείς δε θα πρέπει να επικεντρώνονται μόνο στις επιτυχίες των παιδιών τους. Αντίθετα θα πρέπει να ενθαρρύνουν και να επιβραβεύουν την όποια προσπάθεια κάνει το παιδί προκειμένου να πετύχει το καλύτερο.


Όταν τα παιδιά διαμορφώνουν εσφαλμένες αντιλήψεις για τον εαυτό τους, οι γονείς θα πρέπει να τα βοηθήσουν να αποκτήσουν πιο ρεαλιστικά κριτήρια αξιολόγησης, έτσι ώστε να αποκτήσουν μια αντικειμενική εικόνα του εαυτού τους. Ο διάλογος, η συζήτηση και η επικοινωνία με το παιδί θα βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση. 


Το ασφαλές οικογενειακό περιβάλλον, οι λογικές προσδοκίες και απαιτήσεις, η αγάπη και η αποδοχή των γονιών, είναι αναγκαία για να αναπτύξουν και να διατηρήσουν τα παιδιά μια ολοκληρωμένη και υγιή αντίληψη του εαυτού τους.



Βιβλιογραφία: 
Burns, R. M. (1982). Self-concept Development and Education. New York: Holt, Rinehart and Winston.

 Craig, G. J. & Baucum, D. (2002). Understanding Self and Others. Early Childhood: Personality and Sociocultural Development. Prentice Hall, New Jersey. 


Crain, R. M. (1996). The influence of age, race, and gender on child and adolescent multidimensional self-concept. In B. A. Bracken (Eds.), Handbook of Self-Concept: Developmental, Social, and Clinical Considerations (pp. 395-420). New York: John Wiley & Sons.


πηγή    parentshelp.gr

Σχόλια