Διαπαιδαγώγηση παιδιών : Υπακοή ή σχέση;   Μέρος  1ο

Αποτέλεσμα εικόνας για Διαπαιδαγώγηση παιδιών : Υπακοή ή σχέση; Διαπαιδαγώγηση

Αμέτρητες είναι οι φορές που σκέφθηκα να γράψω κάτι για το τόσο σημαντικό αυτό θέμα και άλλες τόσες το ανέβαλα. Είναι τόσο ευρύ, πολύπλευρο και αμφιλεγόμενο που δεν ήμουν βέβαιος για τον τρόπο που θα έπρεπε να το προσεγγίσω ώστε, αντί απαντήσεων, δημιουργήσω ακόμα περισσότερα ερωτήματα και αμφιβολίες στον αναγνώστη. Όμως, όπως σχεδόν πάντα συμβαίνει, δόθηκε η αφορμή ώστε να πάρω την απόφαση να γράψω, τελικά, κάτι. Η αφορμή αυτή δεν ήταν άλλη από τον εντυπωσιακό τίτλο ενός μυθιστορήματος που είδα στη βιτρίνα ενός βιβλιοπωλείου που ήταν: Μαμά, κι εγώ δεν σ΄αγαπώ. Αμέσως έσπευσα να το αγοράσω και, ήδη στη δεύτερη σελίδα του βιβλίου, διάβασα κάτι που με συγκλόνισε, παρόλο που το έχω αντιμετωπίσει στην πράξη μέσα από το δράμα εκατοντάδων παιδιών και ενηλίκων που στιγματίστηκαν από ανάλογες εμπειρίες. Γράφει, λοιπόν, η συγγραφέας:


«Η μαμά μου ήταν δασκάλα. Από εκείνες που δεν γίνονται, γεννιούνται. Όχι για να γεννήσουν ανθρώπους, αλλά για να τους κάνουν ανθρώπους. Κατ΄εικόνα και ομοίωση. Αλλιώς, είναι άχρηστοι. Κακοί μαθητές. Κακά παιδιά…».
Είναι λίγο-πολύ γνωστό στον καθένα πως το θέμα της διαπαιδαγώγησης των παιδιών αποτελεί ναρκοθετημένη περιοχή, από τη στιγμή που ακόμα και οι πλέον καλοπροαίρετες απόψεις κάποιων μπορεί να εκληφθούν ως προκλητικές και εντελώς λανθασμένες, κατά την άποψη κάποιων άλλων ή το αντίστροφο. Αυτές οι διαφορετικές και συχνά αντιφατικές απόψεις -κυρίως μεταξύ των ειδικών αλλά και στο διαδίκτυο- για τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών δημιουργούν σε πολλούς γονείς -αντί βεβαιότητας και ασφάλειας- σύγχυση και αβεβαιότητα για τη στάση που θα πρέπει να τηρήσουν απέναντι στις διάφορες δυσκολίες και προκλήσεις της εξέλιξης των παιδιών τους.
Αυτό που συχνά διαπιστώνει κάποιος, διαβάζοντας διάφορες αναφορές και άρθρα σχετικά με τη διαπαιδαγώγηση του παιδιού, είναι ο εστιασμός στην εκμάθηση διαφόρων «τεχνικών» αντιμετώπισης των όποιων δυσκολιών της διαπαιδαγώγησης και όχι σε μια βοήθεια προς το γονέα ώστε να κατανοήσει το πως ο ίδιος αισθάνεται κάθε φορά αλλά και να αφουγκράζεται, ταυτόχρονα, τα μηνύματα του παιδιού και του περίγυρού του. Αυτού του είδους οι «συνταγές» ενός υποτιθέμενου «ψυχικού τσελεμεντέ» μπορεί να δίνουν μια αίσθηση «ελέγχου» αλλά, όμως, μας απομακρύνουν από τη δυνατότητα να έρθουμε αντιμέτωποι και να κατανοήσουμε τα συναισθήματα, τους φόβους και τις ανασφάλειες μας που τόσο εύκολα κινητοποιούνται όταν γινόμαστε γονείς.
Η διαπαιδαγώγηση ενός παιδιού δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση. Όλοι μας, πριν γίνουμε γονείς, κάνουμε όνειρα και σκέψεις για  το τι είδους γονείς θα θέλαμε να γίνουμε, θέλοντας, παράλληλα, να αποφύγουμε τα όποια λάθη των δικών μας γονιών. Το παράδοξο, αλλά και συχνά τραγικό, είναι πως, όταν έρθει η στιγμή να αντιμετωπίσουμε μια δύσκολη κατάσταση με το παιδί ή τον έφηβο μας, με έκπληξη διαπιστώνουμε -ΑΝ το διαπιστώσουμε- πως επαναλαμβάνουμε ακριβώς τα ίδια λάθη των δικών μας γονιών ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, κάνουμε ακριβώς το αντίθετο που στην ουσία είναι το ίδιο ρούχο φορεμένο ανάποδα…
Διαπαιδαγώγηση παιδιού
Τι είδους διαπαιδαγώγηση επιθυμούμε και που θέλουμε να αποσκοπεί;
Πρώτα απ΄όλα, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε εντός μας τι είδους διαπαιδαγώγηση θέλουμε και σε τι να αποσκοπεί. Θα μπορούσαμε να φαντασθούμε τους διάφορους τρόπους διαπαιδαγώγησης ως ένα συνεχές στη μία άκρη του οποίου βρίσκεται η αυταρχικού τύπου διαπαιδαγώγηση, στη δε άλλη άκρη η θεώρηση εκείνη που θεωρεί τη διαπαιδαγώγηση ως έναν συνεχή διάλογο ανάμεσα σε γονέα και παιδί.
Προσωπικά, πιστεύω πως η διαπαιδαγώγηση ενός παιδιού θα πρέπει να χαρακτηρίζεται, πάνω απ΄όλα, από συναισθηματική εγγύτητα, σαφήνεια, ξεκάθαρα και προσαρμοσμένα στην ηλικία και στις ιδιαιτερότητες του παιδιού όρια, αλληλοσεβασμό, πηγαίο ενδιαφέρον, στήριξη και ενθάρρυνση. Παράλληλα, είναι σημαντικό να είμαστε πρόθυμοι κάθε φορά να ακούσουμε, να εξηγήσουμε και, αν χρειασθεί, να ζητήσουμε συγνώμη για τυχόν λάθη μας, όπως ακριβώς θα κάναμε -ελπίζω- με οποιοδήποτε άλλο ενήλικο άτομο τυχόν αδικούσαμε. Αυτό αποτελεί ένδειξη δύναμης, αυτοπεποίθησης, σεβασμού και δικαιοσύνης και όχι αδυναμίας, όπως αρκετοί γονείς πιστεύουν. Αν καταφέρουμε, μέσα από αυτά που κάνουμε και όχι μέσα από αυτά που λέμε, να γίνουμε ένα θετικό πρότυπο για το παιδί μας, τότε δεν θα χρειασθεί να ανησυχήσουμε ιδιαίτερα για το τι κάνει το παιδί μας, όταν βρίσκεται μακριά από την επίβλεψή μας. Μας κουβαλά εντός του και, αν αυτή η παρακαταθήκη που έχει ενσωματώσει είναι ξεκάθαρη και έχει γίνει αποδεκτή από το ίδιο το παιδί με έναν αβίαστο τρόπο, τότε δεν υπάρχει κάποιος λόγος ιδιαίτερης ανησυχίας.
Η βασική ιδέα της αυταρχικής διαπαιδαγώγησης είναι πως ο ενήλικας γνωρίζει πάντα καλύτερα και άρα δεν υπάρχει λόγος διαπραγμάτευσης με το παιδί. Το παιδί θα πρέπει να μάθει να υπακούει και να υποτάσσεται στην αυθεντία και στο μονοπώλιο αλήθειας των ενηλίκων. Αυτού του είδους η διαπαιδαγώγηση είναι στην ουσία η εκπαίδευση σκύλων μεταφερμένη σε παιδιά, που, σύμφωνα με την οποία, το τετράποδο θα πρέπει με κάθε τρόπο να αποδεχθεί την εξουσία και τα θέλω του αφεντικού του και να συμμορφωθεί σε αυτά. Τα παιδιά δεν ξεχνούν. Κάθε τραυματική τους εμπειρία, εξευτελισμός, προσβολή, απαξίωση ή εξαναγκασμός καταγράφεται στον ψυχισμό τους και καθορίζει την αίσθηση που θα διαμορφώσουν για τον εαυτό τους και τον κόσμο γύρω τους, άσχετα αν δεν θυμούνται, ακόμα και στο ελάχιστο, πολλές από αυτές τις τόσο οδυνηρές εμπειρίες τους.
Από την άλλη, η διαπαιδαγώγηση που βασίζεται στο διάλογο ανάμεσα σε γονέα και παιδί αποβλέπει στη διαμόρφωση ατόμων που να μπορούν να λειτουργούν αυτόνομα, να έχουν αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση και να μπορούν να αναλαμβάνουν τις ευθύνες του εαυτού και της ζωής τους. Αυτού του είδους η διαπαιδαγώγηση δημιουργεί προϋποθέσεις εξέλιξης τόσο για το παιδί όσο και για το γονιό που τους καθιστά συνοδοιπόρους ζωής. Η αίσθηση του παιδιού πως ότι και αν του συμβεί στη ζωή θα βρίσκει πάντα το γονιό δίπλα του ή μισό βήμα πίσω του, δίνει απίστευτη δύναμη και ασφάλεια, αποτελώντας ταυτόχρονα εφαλτήριο δημιουργικής εξέλιξης.
Τέσσερις διαφορετικοί τύποι γονιών
Στη βιβλιογραφία, αναφέρονται τέσσερις διαφορετικοί τύποι γονιών:
  1. Ο αυταρχικός που είναι αυστηρός όσον αφορά στη συμπεριφορά του απέναντι στο παιδί, χρησιμοποιεί την τιμωρία ως μέσο επιβολής του τρόπου διαπαιδαγώγησης που επιθυμεί και δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στις προσπάθειες του παιδιού για επικοινωνία.
  2. Ο αποφασιστικός που βάζει σαφή όρια και φροντίζει ώστε το παιδί να τα ακολουθεί. Είναι πρόθυμος για διάλογο με το παιδί και να του εξηγήσει διεξοδικά τους λόγους που τέθηκαν αυτά τα όρια.
  3. Ο υποχωρητικός που ενδιαφέρεται και  ασχολείται  με το παιδί του χωρίς, όμως, να υπερασπίζεται ιδιαίτερα κάποια συγκεκριμένα όρια και συχνά ενδίδει στις πιέσεις του παιδιού για το τι του επιτρέπεται ή όχι να κάνει.
  4. Ο αδιάφορος που δεν έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για συζήτηση με το παιδί του και να ακούει τι έχει αυτό να του πει, αλλά ούτε και να το καθοδηγήσει με συνέπεια ώστε να μάθει το τι είναι σωστό ή λάθος.
Φυσικά, τα όρια ανάμεσα στις τέσσερις αυτές κατηγορίες δεν είναι τόσο σαφή αλλά σκιαγραφούν, παρ όλα αυτά, τις κυριότερες μορφές γονεϊκότητας. Πολλές είναι οι έρευνες που δείχνουν πως τα παιδιά των αποφασιστικών γονέων έχουν συνήθως περισσότερους φίλους και γενικώς τα καταφέρνουν καλύτερα στο σχολείο. Η βαρύτητα που δίνουν οι αποφασιστικοί γονείς στο διάλογο με το παιδί και η τεκμηρίωση των λόγων για τους οποίους τα θέτουν βοηθούν το παιδί να τα αποδεχθεί ευκολότερα, να τα ενσωματώσει και, τελικά, να τα ακολουθήσει, από τη στιγμή που νιώθει πως λαμβάνεται σοβαρά υπόψη τόσο το ίδιο όσο και η άποψή του.

Σχόλια